Σάββατο 1 Μαΐου 2010


Την άλλη μέρα, κυκλοφόρησε στο χωριό Σαιντ-Μαίρυ-Μηντ η είδηση ότι η Μις Μαρπλ είχε γυρίσει στο σπίτι της. Την είχαν δει στη Χάι Στρητ στις έντεκα το πρωί. Είχε περάσει από το Πρεσβυτέριο στις δώδεκα παρά δέκα. Το ίδιο απόγευμα, τρεις από τις κουτσομπόλες του χωριού πήγαν να της κάνουν επίσκεψη και να μάθουν τις εντυπώσεις της από την εύθυμη πρωτεύουσα και να της πουν τα νέα του χωριού.
Αργότερα, το ίδιο απόγευμα, είδαν τη Μις Μαρπλ, όπως πάντα, στον κήπο της. Μόνο που αυτή τη φορά την απασχολούσαν περισσότερο τα λουλούδια της παρά οι κινήσεις των γειτόνων της. Ήταν αφηρημένη τρώγοντας το λιτό βραδινό της και φαινόταν να μην ακούει αυτά που της έλεγε η νεαρή υπηρέτριά της, η Έβελυν, για τα σούρτα φέρτα στο φαρμακείο. Την άλλη μέρα εξακολουθούσε να είναι αφηρημένη, πράγμα που το πρόσεξαν δυο-τρεις άνθρωποι, ανάμεσά σ’ αυτούς και η γυναίκα του πάστορα. Εκείνο το βράδυ, η Μις Μάρπλ είπε πως δεν ένιωθε καλά και έπεσε στο κρεβάτι. Το άλλο πρωί έστειλε την Έβελυν να καλέσει τον Δόκτορα Χαίηντοκ.
Ο Δόκτωρ Χαίηντοκ ήταν γιατρός, φίλος και σύμμαχος της Μις Μαρπλ από πολλά χρόνια. Άκουσε να του αραδιάζει τα συμπτώματα της αδιαθεσίας της, την εξέτασε και ξανακάθησε στην καρέκλα του, κουνώντας απειλητικά το στηθοσκόπιό του.
«Για μια γυναίκα της ηλικίας σου και παρ’ όλη την απατηλή αδύναμη εμφάνισή σου, βρίσκεσαι σε αξιοθαύμαστα καλή φόρμα»/

Αγκάθα Κρίστι, Ρετρό στην ομίχλη, εκδόσεις Λυχνάρι.
Μετάφραση: Άννα Παπαδημητρίου