Τετάρτη 1 Απριλίου 2009


Ο παραβάτης της 7ης εντολής [The Murder at the Vicarage (1930)]
Στο Σαιντ Μαίρη-Μηντ, αυτό το ήσυχο και ειρηνικό χωριουδάκι, όπου όλοι τρέφουν ο ένας για τον άλλον, μόνο συμπάθειες και τρυφερά αισθήματα, ο Συνταγματάρχης Πρόδερο συγκεντρώνει όλο το μίσος και την αντιπάθεια. Ακόμα κι ο εφημέριος του χωριού, κάποια Τετάρτη μεσημέρι, παρατήρησε - άπρεπο φυσικά για το σχήμα του - πώς όποιος σκότωνε τον συνταγματάρχη, θα έκανε... μια θεάρεστη πράξη. Κάτι παρόμοιο θα έλεγε και η Λέτις, η κόρη του συνταγματάρχη από τον πρώτο του γάμο. Έτσι, όταν κάποιο μεσημέρι, ο εφημέριος βρίσκει τον Πρόδερο νεκρό, χτυπημένο εξ επαφής μ' ένα Μάουζερ μικρού διαμετρήματος, ο κύκλος των υπόπτων είναι τόσο ευρύς που θα φέρει σε απόγνωση τον αστυνόμο Σλάκ, κάνοντας τη διαπίστωση πώς ένα σωρό άνθρωποι επιθυμούσαν το θάνατό του. Ποιος σκότωσε λοιπόν; Ποιος, ανεξάρτητα από ελατήριο, είχε και το κουράγιο να στηρίξει το όπλο στον κρόταφο αυτού του μισητού ανθρώπου και να πιέσει τη σκανδάλη; Η μις Μάρπλ, αυτή η αμίμητη γεροντοκόρη, που έχει τη συνήθεια να παρακολουθεί από το ορμητήριό της με ένα ζευγάρι κυάλια τα πουλιά και τους ανθρώπους, μπορεί να είδε ή να ξέρει κάτι, μα σίγουρα κάποια θεωρία θα έχει να "ξεφουρνίσει" που θα φέρει σε πραγματική απόγνωση το δράστη καθώς θα βλέπει να αποκαλύπτεται...

Κάθε Τρίτη κι ένα έγκλημα [The Thirteen Problems (1932)]
Όλα τα μέλη της λέσχης της τρίτης θα έλεγαν, εκ περιτροπής, μια ιστορία μυστηρίου που ωστόσο, θα γνώριζαν τη λύση του. Έτσι, έξι πρόσωπα άρχισαν αυτό το πρωτότυπο παιχνίδι και πρώτη και καλύτερη η μις Μαρπλ, γιατί όπως χαρακτηριστικά είχε πει «λόγω της ηλικίας της γνώριζε πολλά γύρω από την ανθρώπινη φύση».

Ένα πτώμα στη βιβλιοθήκη [The Body in the Library (1942)]
Η κ. Μπάντρυ ξυπνώντας βίαια από την είσοδο της καμαριέρας της, θα άκουγε την πιο απίστευτη είδηση. Μέσα στη βιβλιοθήκη του Γκόσσιγκτον Χωλ, υπήρχε το πτώμα μιας άγνωστης νέας κοπέλας, με πλατινένια μαλλιά, πεσμένο οριζόντια πάνω στο δερμάτινο χαλί μπροστά στο τζάκι. Φορούσε ασημένια σανδάλια και τα νύχια των ποδιών της ήταν βαμμάνα με σκούρο κόκκινο χρώμα.
Η αμφιβολία έδωσε τη θέση της στην αβεβαιότητα, μόνο όταν ο συνταγματάρχης Μάντρυ θα έβλεπε με τα ίδια του τα μάτια το πτώμα της άγνωστης ξανθής και θα τηλεφωνούσε χωρίς καθυστέρηση, στο αστυνομικό τμήμα, όπου η είδηση ξάφνιασε και τον αστυνομικό Πωλκ, λαγωνικό της τοπικής αστυνομίας.
Όμως, όσο κι αν η κ. Μπάρνυ πίστευε στα όνειρα, άλλο τόσο πίστευε και στις ξεχωριστές ικανότητες της φίλης της μις Μάρλ-και σ' αυτό δεν έπεφτε έξω.